Σάββατο 10 Οκτωβρίου 2015

Thelonious Monk

Ο Thelonious Monk, γεννήθηκε στις 10 Οκτώβρη 1917 στο Rocky Mount, στη Βόρεια Καρολίνα.
Όταν ήταν μόλις τεσσάρων, οι γονείς του, μετακόμισαν στη Νέα Υόρκη, όπου θα περάσει τις επόμενες πέντε δεκαετίες της ζωής του.
Ο Monk άρχισε να σπουδάζει κλασσικό πιάνο όταν ήταν έντεκα, αλλά είχε ήδη δείξει κάποια κλίση για το όργανο. «Έμαθα να διαβάζω πριν αρχίσω τα μαθήματα, βλέποντας την αδερφή μου να ασκείται, κοιτάζοντας πάνω απ’ τον ώμο της", έλεγε, αργότερα ο ίδιος. Στα δεκατρία του, κερδίζει ένα ερασιτεχνικό διαγωνισμό  του "Apollo Theater", πράγμα πού είχε σαν αποτέλεσμα, να μην μπορεί να συμμετέχει ξανά στο διαγωνισμό.
Στα δεκαεφτά του, ξεκίνησε περιοδείες με έναν ευαγγελιστή, τον επονομαζόμενο "Texas Warhorse", πριν από τη δημιουργία ενός δικού του κουαρτέτου. Παρά το γεγονός ότι θα ήταν πιο εύκολο να παίξει σε μια μεγάλη μπάντα εκείνη την εποχή, ο Monk, προτίμησε μια πιο μικρή ομάδα που θα του επέτρεπε να πειραματιστεί με τον ήχο του.
Το 1941, άρχισε να εργάζεται στο θέατρο "Minton" στο Χάρλεμ, όπου εντάχθηκε στο οικείο συγκρότημα και βοήθησε στην ανάπτυξη του "bebop". Παράλληλα με τους Charlie Parker και Dizzy Gillespie, εξερεύνησε τα γρήγορα και συχνά αυτοσχέδια στυλ που αργότερα θα γίνουν συνώνυμα της σύγχρονης jazz.
Η πρώτη γνωστή ηχογράφηση του Thelonious Monk, έγινε το 1944, όταν ήταν μέλος του κουαρτέτου του Coleman Hawkins και το 1947, ηχογράφησε στη Blue Note, με το δικό του σεστέτο (Genius of Modern Music: Volume 1).
Ο Monk, έκανε συνολικά πέντε δίσκους , στη "Blue Note", μεταξύ 1947 και 1952, συμπεριλαμβανομένων των "Criss Cross" and "Evidence". Αυτά θεωρούνται, γενικά, ως τα πρώτα έργα με το δικό του μοναδικό στυλ.

Το 1952, υπέγραψε συμβόλαιο με την "Prestige Records", μια συνεργασία, η οποία απέδωσε κομμάτια όπως το "Smoke Gets In Your Eyes" και "Bags' Groove".
Το 1954, βρέθηκε στο στούντιο με τον Miles Davis και, λέγεται ότι, εκεί έπαιξε το καλύτερο σόλο πιάνο της καριέρας του.

Επειδή το έργο του Monk, συνέχιζε να αγνοείτε, σε μεγάλο βαθμό, από τους οπαδούς της jazz, η "Prestige" πούλησε το συμβόλαιο του στη "Riverside Records", το 1955. Εκεί, οι δύο πρώτες ηχογραφήσεις του ("Thelonious Monk Plays the Music of Duke Ellington" το 1955 και
"The Unique Thelonious Monk" το 1956), έγιναν ευνοϊκά δεκτές από τους κριτικούς.
Διαπιστώνοντας, ότι δεν μπορεί να ακουστεί, από ένα, κατ' ουσίαν, ανύπαρκτο ακροατήριο, γυρίζει σελίδα με το άλμπουμ "Brilliant Corners", το 1956, το οποίο, θεωρείται ότι, είναι το πρώτο αληθινό αριστούργημα του. Το ομώνυμο κομμάτι κάνει μια βουτιά σε καινοτόμες, τεχνικά απαιτητικές και με εξαιρετικά σύνθετο ήχο. Με την κυκλοφορία, από την "Riverside", των αριστουργημάτων, "Thelonious Himself" και "Thelonious Monk with John Coltrane", βρήκε, τελικά, την αναγνώριση που του άξιζε.
Το 1957, το "Thelonious Monk Quartet", το οποίο περιελάμβανε και τον John Coltrane, άρχισε να παίζει, τακτικά, στο "Five Spot" στη Νέα Υόρκη. Απολαμβάνοντας τεράστια επιτυχία, προχώρησαν σε περιοδεία στις Ηνωμένες Πολιτείες και σε κάποιες εμφανίσεις στην Ευρώπη.
Το 1962, ο Monk ήταν τόσο δημοφιλής που του έγινε ένα συμβόλαιο με την "Columbia Records", σαφώς μια πιο mainstream ετικέτα από "Riverside".
Το 1964, έγινε ένας από τους τέσσερις μουσικούς της jazz (Louis Armstrong, Duke Elington, Dave Brubeck) που έχουν γίνει εξώφυλλο του περιοδικού "Time".
Τα χρόνια που ακολούθησαν έκανε αρκετές περιοδείες στο εξωτερικό, αλλά από τις αρχές του 1970, αποσύρθηκε από τα φώτα της δημοσιότητας, με μόνες εξαιρέσεις, τις ηχογραφήσεις του, το 1971, στη "Black Lion Records" ("Something in Blue", "Nice Work in London", "Blue Sphere" και "The Man I Love") και την περιστασιακές εμφανίσεις στα "Lincoln Center" και "Carnegie Hall".
Ο Thelonious Monk, πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του ζώντας ήσυχα, σε απομόνωση.
Πέθανε στις 17 Φεβρουαρίου 1982.

Από τότε έχει μπει στο "Grammy Hall of Fame", στη "Library of Congress's National Recording Registry", και εμφανίζεται σε ένα γραμματόσημο των Ηνωμένων Πολιτειών.

ΠΗΓΗ: http://www.biography.com







Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου