Παρασκευή 27 Νοεμβρίου 2015

Jimi Hendrix

Ο Jimi Hendrix (Johnny Allen Hendrix), γεννήθηκε στο Seattle στις 27 Νοεμβρίου 1942.
Τέσσερα χρόνια αργότερα, ο πατέρας του αλλάζει το όνομα του γιου του σε James Marshall και το νεαρό αγόρι γίνεται γνωστό στη γειτονιά του με το υποκοριστικό "Jimi". Στα εννιά του χρόνια, οι γονείς του χωρίζουν και ο νεαρός Jimi ζει για μεγάλο διάστημα με τη γιαγιά του, από την πλευρά της μητέρας του, που ήταν κατά το ήμισυ ινδιάνα Cherokee.
Στα 14 χρόνια του, αποκτά την πρώτη του κιθάρα, που τη βρίσκει πεταμένη στα σκουπίδια και έχει μόνο μία χορδή. Του αρέσει να την κρεμά πίσω από την πλάτη του, όπως ο μοναχικός ήρωας του γουέστερν "Johnny Guitar". Ο νεαρός Hendrix θαυμάζει τον Elvis Presley και τον Little Richard και ακούει μανιωδώς δίσκους του Muddy Waters και του Lightnin' Hopkins.
Στα 16 του χρόνια, ο πατέρας του, του αγοράζει μια ηλεκτρική κιθάρα και ο νεαρός Jimi αρχίζει τη μεγάλη περιπέτειά του με το όργανο αυτό. Συμμετέχει σε πολλά τοπικά γκρουπάκια και τραβά αμέσως την προσοχή με το αστραφτερό του στυλ, αλλά και για το γεγονός ότι ως αριστερόχειρας παίζει με δεξιόχειρη κιθάρα.
Έχοντας μπλεχτεί σε μια κλοπή αυτοκινήτου, ο νεαρός ανταλλάσσει μια διετή ποινή φυλάκισης για μια ισόχρονη θητεία στο στρατό. Εκεί, γνωρίζεται με τον μπασίστα Billy Cox και αναπτύσσουν μία δυνατή φιλία. Η θητεία του διαρκεί λιγότερο από ένα χρόνο, καθώς απολύεται λόγω κακής διαγωγής, όπως αποκαλύφθηκε πρόσφατα. Ο ίδιος ισχυριζόταν ότι η απόλυσή του οφειλόταν σ' ένα σπασμένο αστράγαλο, κατά τη διάρκεια μιας πτώσης του με αλεξίπτωτο. Στο Βιετνάμ δεν πήγε να πολεμήσει, όπως είχε εκφράσει την επιθυμία, αλλά τα τραγούδια του σιγοτραγουδιόνταν στα χείλη των φαντάρων.
Το Νοέμβριο του 1962 μπαίνει για πρώτη φορά σε στούντιο στο Nashville, του Tennessee. Παραμένει για ένα χρόνο στην περιοχή και συνεργάζεται με μουσικούς του Rhythm and blues, όπως ο Sam Cooke και ο Jackie Wilson.
Τον Ιανουάριο του 1964 μετακομίζει στη Νέα Υόρκη και τον επόμενο μήνα κερδίζει ένα διαγωνισμό στο θέατρο "Apollo", για ερασιτέχνες μουσικούς. Στη συνέχεια συνεργάζεται με σπουδαία ονόματα, όπως οι Isley Brothers, ο Curtis Knight και το ίνδαλμά του Little Richard, μία συνεργασία με πολλά προβλήματα.

To 1966 σχηματίζει το δικό του γκρουπ, τους "Jimmy James and the Blues Flames", με έδρα τη Νέα Υόρκη. Την εποχή εκείνη γνωρίζει τον Frank Zappa, ο οποίος του μιλά για το "πεταλάκι" wah-wah, που μόλις είχε ανακαλυφθεί. Ο Hendrix το ενσωματώνει στην κιθαριστική του παλέτα, μαζί με την "παραμόρφωση" και την "ανάδραση" (feedback). Από τότε θα γίνει ο αναμφισβήτητος μετρ των μουσικών εφέ.
Η καριέρα του θα πάρει την ανιούσα, όταν τον ανακαλύπτει ο Chas Chandler, ο πρώην μπασίστας των "Animals", που ακολουθεί καριέρα παραγωγού εκείνη την περίοδο. Τον πείθει να εγκαταλείψει την Αμερική και να εγκατασταθεί στο Λονδίνο. Γίνεται ο μάνατζέρ του και τον βοηθά να σχηματίσει το γκρουπ "The Jimi Hendrix Experience", με τον Noel Redding στο μπάσο και τον Mitch Mitchell στα ντραμς. Παίζουν σε μικρά κλαμπ της βρετανικής πρωτεύουσας και γρήγορα δημιουργούν αίσθηση, με τη δεξιοτεχνία του Hendrix στην κιθάρα και το σόου, που προσφέρει στο κοινό. Υπογράφουν στην "Track Records", δισκογραφική εταιρεία των "Who", και ηχογραφούν τρία σινγκλ, που όλα μπαίνουν στο Top-10: "Hey Joe", "The Wind Cries Mary" και το εμβληματικό "Purple Haze", με τις παραμορφωμένες κιθάρες, που επηρέασε όσο λίγα τραγούδια τη ροκ συνθετική των επόμενων χρόνων.
Στις 12 Μαίου 1967 ο Hendrix κυκλοφορεί το πρώτο του άλμπουμ, με τίτλο "Are you experienced", που γνωρίζει μεγάλη επιτυχία. Μόνο το αριστουργηματικό "Sgt Peppers" των "Beatles" τού στέκεται εμπόδιο από το Νο1 του βρετανικού πίνακα των επιτυχιών. Λίγες μέρες αργότερα και συγκεκριμένα στις 31 Μαΐου, θα βάλει για πρώτη φορά φωτιά επί σκηνής σε μια κιθάρα. Τη μανία του αυτή θα πληρώσουν στη συνέχεια ενισχυτές και άλλα μηχανήματα, μέχρις ότου οι διοργανωτές θα αποφασίσουν να του βάλουν φρένο. Αλλά αυτό θα αποτελέσει μέρος του σόου του Hendrix τα επόμενα χρόνια.
Το καλοκαίρι του 1967 τον γνωρίζει επιτέλους και η πατρίδα του μέσα από το περίφημο "Monterey Pop Festival". Ο ροκ σκηνοθέτης D. A. Pennebaker απαθανάτισε το σπάσιμο και κάψιμο της κιθάρας στο φινάλε της παράστασής του, στην ταινία του "Monterey Pop".
Το 1967, ο Hendrix, κυκλοφορεί το δεύτερο άλμπουμ του, με τίτλο "Axis as bold". Ακολουθεί τα χνάρια του πρώτου του άλμπουμ, αλλά είναι πιο μελωδικό και τεχνικά ώριμο.
Το 1968 κυκλοφορεί το τρίτο του άλμπουμ "Electric Ladyland", το πρώτο που φέρει ολοκληρωτικά τη μουσική του σφραγίδα. Κατά τη διάρκεια των ηχογραφήσεων, ο Chas Chandler, απογοητευμένος από την τελειοθηρία του Hendrix, αποφασίζει να διακόψει τις επαγγελματικές σχέσεις μαζί του. Ο Chandler, σε αντίθεση με τον Hendrix, ήθελε λίγες ώρες στο στούντιο και γρήγορη διεκπεραίωση των κομματιών και όχι να ηχογραφείται ένα κομμάτι 43 φορές, όπως έγινε με το "Gypsy Eyes".

Ο Jimi άρχισε τότε να πειραματίζεται με διαφορετικές ομάδες μουσικών, να χρησιμοποιεί νέα όργανα και ηλεκτρονικά εφέ. Τα τραγούδια του δεν είχαν τη φόρμα ενός ποπ κομματιού, είχαν μεγαλύτερη διάρκεια, μη αναγνωρίσιμη μελωδία και πολλά σόλο. Χαρακτηριστικά κομμάτια του δίσκου είναι το "Voodoo Child" και η αγνώριστη διασκευή "All along the Watchtower" του Bob Dylan. Ο ίδιος χαρακτηρίζει τη μουσική του "γήινη" για τις blues, jazz και funk καταβολές της και "διαστημική" για τους ψυχεδελικούς ήχους, που δημιουργούσε με την ηλεκτρική κιθάρα του.
Το 1968 ο μπασίστας Noel Redding αποχωρεί από το συγκρότημα, επειδή ήθελε να αφοσιωθεί στην κιθάρα. Σχηματίζει το συγκρότημα "Fat Mattress" και συχνά ανοίγει τις συναυλίες του Hendrix.
Στις 3 Μαίου του 1969 ο Hendrix συλλαμβάνεται στο αεροδρόμιο του Toronto, για κατοχή ναρκωτικών. Στις αποσκευές του βρέθηκαν μικροποσότητες ηρωίνης και χασίς και στο δικαστήριο ισχυρίστηκε ότι τα ναρκωτικά τού τα έβαλε κάποιος από τους οπαδούς του. Το δικαστήριο έκανε δεκτούς τους ισχυρισμούς του και τον αθώωσε. Πάντως, ήταν τοις πάσι γνωστό, ότι ο Hendrix φλέρταρε έντονα με τα ναρκωτικά.
Παρά τη φήμη του, έπεφτε συχνά θύμα ρατσιστικών επιθέσεων, τόσο από τους λευκούς (πράγμα συνηθισμένο για την εποχή εκείνη), όσο και από τους αφροαμερικανούς. Οι ομόφυλοί του συχνά τον κατηγορούσαν ότι παίζει "λευκή μουσική", συνεργάζεται με λευκούς μουσικούς και ερωτεύεται λευκές γυναίκες. Οι πολιτικές του θέσεις ήταν αμφιλεγόμενες. Στην Αμερική συντασσόταν με το κίνημα κατά του πολέμου στο Βιετνάμ, στην Ευρώπη εκνευριζόταν όταν έβλεπε τους διαδηλωτές να καταφέρονται κατά της πατρίδας του.
Στις 29 Ιουνίου 1968 οι "Experience" διαλύονται και στη θέση τους σχηματίζονται οι "Gypsy Sun and Rainbows". Η μόνη αλλαγή είναι ο παλιός του γνώριμος Billy Cox στο μπάσο. Με τη σύνθεση αυτή εμφανίζονται ως πρώτο όνομα στο "Woodstock Festival" (18 Αυγούστου 1969) και κλέβουν την παράσταση με την εικονοκλαστική διασκευή του Εθνικού Ύμνου των ΗΠΑ "Star Spangled Banner".
Οι "Gypsy Sun and Rainbows" διαλύονται μετά το "Woodstock" και ο Hendrix σχηματίζει ένα νέο τρίο τους "Band of Gypsies", με τον ίδιο στις κιθάρες, τον Billy Cox στο μπάσο και τον Buddy Miles στα ντραμς. Το γκρουπ κυκλοφόρησε ένα λάιβ άλμπουμ το 1970 με τίτλο το όνομά τους, στο οποίο περιέχεται το εκρηκτικό δωδεκάλεπτο αντιπολεμικό έπος "Machine Gun".
Ο Hendrix συνέχισε να ηχογραφεί με καταιγιστικούς ρυθμούς και το καλοκαίρι του 1970 πραγματοποιεί την τελευταία του περιοδεία στην Ευρώπη. Νωρίς το πρωί, της 18ης Σεπτεμβρίου, βρίσκεται νεκρός στο δωμάτιο ενός ξενοδοχείου στο Λονδίνο. Ο σπουδαίος κιθαρίστας πέθανε κάτω από συνθήκες που δεν έχουν διευκρινιστεί απόλυτα μέχρι σήμερα. Το τελευταίο βράδυ της ζωής του το πέρασε με τη Γερμανίδα φίλη του Monika Dannemann και πιθανώς πέθανε από ένα θανατηφόρο συνδυασμό αλκοόλ και υπνωτικών χαπιών. Ένα μελαγχολικό ποίημα που βρέθηκε δίπλα στο κρεβάτι του έκανε πολλούς να πιστέψουν ότι αυτοκτόνησε...

ΠΗΓΗ: http://www.sansimera.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου