Πέμπτη 17 Μαρτίου 2016

Nat King Cole

Ο Nathaniel Adams Coles γεννήθηκε στις 17 Μαρτίου 1919, στο Montgomery της Alabama.

Ήταν ένας από τους πρώτους αφρικανικούς Αμερικάνους, ο οποίος είχε δική του τηλεοπτική εκπομπή, με το όνομα The Nat King Cole Show, μέσω της οποίας διατήρησε τη δημοτικότητά του ανά τον κόσμο μέχρι και τον θάνατό του από καρκίνο του πνεύμονα, τον Φεβρουάριο του 1965.
Εμπνευσμένος από τις παραστάσεις του Earl Hines, ο Cole ξεκίνησε την καριέρα του στα μέσα της δεκαετίας του 1930, ενώ ήταν ακόμα έφηβος, υιοθετώντας το όνομα “Nat Cole”. Ο μεγαλύτερος αδελφός του, ο Eddie, ήταν μπασίστας, ένωσε σύντομα την μπάντα του Cole, κάνοντας την πρώτη τους ηχογράφηση το 1936 με το όνομα του Eddie. Έκαναν ακόμη τακτικές εμφανίσεις σε διάφορα κλαμπ.
Ο Cole, στην πραγματικότητα, απέκτησε το παρατσούκλι “King”, την περίοδο που εμφανιζόταν σε ένα τζαζ κλαμπ, ένα ψευδώνυμο που ενισχύθηκε από την φράση Old King Cole. Επίσης ήταν στη θέση του πιανίστα στην εθνική περιοδεία που πραγματοποίησε το θέατρο του Broadway, με την μουσική παράσταση “Shuffle Along” του Eubie Blake. Αν και ξαφνικά δεν τα πήγαινε τόσο καλά στο Long Beach, της Καλιφόρνια, αποφάσισε να παραμείνει εκεί, ενώ αργότερα επέστρεψε στο Σικάγο με προγραμματισμένες εμφανίσεις στο φημισμένο ξενοδοχείο Edgewater Beach.
Ο Cole μαζί με ακόμα δύο μουσικούς διαμόρφωσαν τους “King Cole Swingers” στο Long Beach και έπαιξαν μαζί σε μια σειρά από μπαρ της περιοχής. Το τρίο αποτελείται από τον Cole στο πιάνο, τον Oscar Moore στην κιθάρα, και τον Wesley Prince στο κοντραμπάσο. Το τρίο έπαιξε στο Failsworth κατά τα τέλη της δεκαετίας του 1930, ενώ παράλληλα μετρούσε εμφανίσεις και στο ραδιόφωνο. Ο Cole δεν ήταν μόνο πιανίστας, αλλά ηγέτης της ομάδας. Το ραδιόφωνο αποτέλεσε σημαντικό παράγοντα για την άνοδο της φήμης του King Cole Trio. Ο μύθος λέει πως η καριέρα του στο τραγούδι άρχισε όταν ένας μεθυσμένος απαίτησε από αυτόν να τραγουδήσει το “Sweet Lorraine”. Ο Cole, στην πραγματικότητα, παραδέχτηκε πως επειδή η ιστορία αυτή του ακούγονταν καλή ποτέ δεν έφερε αντίρρηση.
Κατά τη διάρκεια του Β ‘Παγκοσμίου Πολέμου, ο Wesley Prince εγκατέλειψε το γκρουπ και ο Cole τον αντικατέστησε με τον Johnny Miller. Ο Miller αργότερα θα αντικατασταθεί από τον Charlie Harris στη δεκαετία του 1950. Το King Cole Trio υπέγραψε με την Capitol Records το 1943. Το συγκρότημα είχε προηγουμένως συνεργαστεί με την Excelsior Records, που ανήκει στον Otis René, και είχαν μια μεγάλη επιτυχία με το τραγούδι “I’m Lost”, στο οποίο ο René υπέγραψε τους στίχους, την παραγωγή και τη διανομή.
Ο Cole θεωρήθηκε κορυφαίος πιανίστας της τζαζ, κάτι που ενδυναμώθηκε με τις εμφανίσεις του στις τζαζ συναυλίες της Φιλαρμονικής. Το επαναστατικό του στυλ σε συνθέσεις πιάνου, κιθάρας, μπάσου έγινε πολύ δημοφιλές για τζαζ τρίο. Ήταν παράδειγμα προς μίμηση από πολλούς μουσικούς, μεταξύ των οποίων Art Tatum, Oscar Peterson, Ahmad Jamal, και πιανίστες των blues Charles Brown και Ray Charles. Έχει επίσης εμφανιστεί ως πιανίστας με Lester Young, Red Callender, και Lionel Hampton. Το πρώτο hit με τον Cole στα φωνητικά ήρθε με την ηχογράφηση μιας εκ των συνθέσεών του το 1943 με τίτλο “Straighten Up and Fly Right”, που βασίζεται σε ένα λαϊκό παραμύθι που ο πατέρας του χρησιμοποίησε ως θέμα σε ένα κήρυγμά του. Ο Johnny Mercer τον προσκάλεσε να το ηχογραφήσει για την Capitol Records. Πούλησε πάνω από 500.000 αντίτυπα, αποδεικνύοντας ότι υλικό με λαϊκό περιεχόμενο θα μπορούσε να προσελκύσει ένα ευρύ κοινό.
Το 1946, το τρίο Cole πλήρωσε για να αποκτήσει το δικό του 15 λεπτο προγραμμα στον αέρα στο ραδιόφωνο. Ονομαζόταν, “King Cole Trio Time”. Έγινε το πρώτο ραδιοφωνικό πρόγραμμα που χρηματοδοτήθηκε ποτέ από από έναν μαύρο καλλιτέχνη. Ξεκινώντας στα τέλη της δεκαετίας του 1940, ο Cole ξεκίνησε την ηχογράφηση και την εκτέλεση pop-προσανατολισμένου υλικού για το ευρύ κοινό, το οποίο ήταν συχνά υπό τη συνοδεία μιας ορχήστρας εγχόρδων. Η δημιουργία της δημοφιλούς εικόνας του, κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, εκφράστηκε με επιτυχίες όπως “The Christmas Song”, “Nature Boy” (1948), “Mona Lisa” (1950), “Too Young” (βρέθηκε στην κορυφή των charts το 1951), και η τεράστια επιτυχία του με τίτλο “Unforgettable” (1951).
Ενώ αυτή η στροφή προς ποπ μουσική οδήγησε μερικούς κριτικούς αλλά και οπαδούς της τζαζ να κατηγορήσουν τον Cole για ξεπούλημα, ο ίδιος στην πραγματικότητα ποτέ δεν εγκατέλειψε πλήρως τις ρίζες του στη τζαζ. Το 1956, για παράδειγμα, ηχογράφησε ένα all-τζαζ άλμπουμ, με τίτλο After Midnight. Ο Cole κυκλοφόρησε μια από τις τελευταίες μεγάλες επιτυχίες του το 1963, δύο χρόνια πριν από το θάνατό του, υπό τον τίτλο “Those Lazy-Hazy-Crazy Days of Summer”, το οποίο έφθασε στη θέση 6 στο Pop chart. Καθ ‘όλη τη δεκαετία του 1950, ο Cole συνέχισε να με διαδοχικές επιτυχίες, όπως το “Smile”, “Pretend”, “A Blossom Fell”, και “If I May”.
Οι περισσότερες ποπ επιτυχίες του αποτελούσαν συνεργασίες με γνωστούς ενορχηστρωτές και καλλιτέχνες, συμπεριλαμβανομένων των Nelson Riddle, Gordon Jenkins, και Ralph Carmichael. Το 1955, το single του “Darling Je Vous Aime Beaucoup” έφτασε στην 7η θέση του Billboard chart, ενώ το άλμπουμ του “Love Is the Thing” άγγιξε την κορυφή στα άλμπουμ charts τον Απρίλιο του 1957. Το 1958, ο Cole πήγε στην Αβάνα, στη Κούβα να ηχογραφήσει το Cole Español, ένα άλμπουμ εξ ολοκλήρου στα ισπανικά. Το άλμπουμ ήταν τόσο δημοφιλής στη Λατινική Αμερική, καθώς και στις ΗΠΑ, που ακολούθησαν δυο ακόμα: A Mis Amigos (τραγουδιέται στα ισπανικά και πορτογαλικά) το 1959 και το More Cole Español το 1962. Ξεχώρισε η επιτυχία “Ansiedad”.
Στα τέλη του 1950 η στροφή του στα μουσικά του γούστα σε μπαλάντες, δεν κατάφερε να τραβήξει τους νεότερους ακροατές, με εξαίρεση την επιτυχία του “Send For Me”.
Μαζί με τους συγχρόνους του Dean Martin, Frank Sinatra, και Tony Bennett, ο Cole διαπίστωσε ότι τα pop singles chart απευθύνονταν κυρίως σε αυτό το κοινό. Το 1960, ο χρόνια συνεργάτης του Nelson Riddle εγκατέλειψε την Capitol Records για την νεοσύστατη δισκογραφική Reprise Records, του Φρανκ Σινάτρα. Ο Riddle και ο Cole ηχογράφησαν μαζί το τελευταίο τους άλμπουμ, με τίτλο Wild Is Love, το οποίο βασίζεται σε στίχους του Ray Rasch και Dotty Wayne. Ο Cole κατάφερε να ηχογραφήσει μερικές επιτυχίες κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1960, συμπεριλαμβανομένου του “Let There Be Love” με τον George Shearing, το 1961 και του “Ramblin ‘Rose” τον Αύγουστο του 1962, του “Dear Lonely Hearts”, “That Sunday, That Summer” και “Those Lazy-Hazy-Crazy Days Of Summer”.
Ο Cole επίσης εμφανίστηκε σε πολλές ταινίες μικρού μήκους, τηλεοπτικές σειρές, καθώς και τηλεοπτικές εκπομπές, ενώ ανέλαβε έναν ρόλο στην ταινία St. Louis Blues (1958). Εμφανίστηκε επίσης στο The Nat King Cole Story, China Gate, και The Blue Gardenia (1953). Τον Ιανουάριο του 1964, ο Cole έκανε μία από τις τελικές τηλεοπτικές εμφανίσεις του στο πρόγραμμα Jack Benny Program. Το τελευταίο άλμπουμ του Cole, με τίτλο L-O-V-E, ηχογραφήθηκε στις αρχές Δεκεμβρίου 1964-λίγες μέρες πριν μπει στο νοσοκομείο για θεραπεία του καρκίνου και κυκλοφόρησε λίγο πριν το θάνατό του. Έφτασε στη 4η θέση του Billboard άλμπουμ chart την άνοιξη του 1965. Το ΄άλμπουμ του “Best Of” έγινε χρυσό το 1968. Το 1957 η ηχογράφηση του τραγουδιού “When I Fall In Love” έφτασε στη θέση 4 των UK charts το 1987.
Το 1983, ένας αρχειοθέτης της ΕΜΙ Εlectrola Records, θυγατρική της EMI, ανακάλυψε μερικά τραγούδια του Cole, που ποτέ δεν είχαν κυκλοφορήσει, μεταξύ των οποίων ένα τραγούδι στα ιαπωνικά και άλλο ένα στα ισπανικά (“Tu Eres Tan Amable”), τα οποία και κυκλοφόρησαν ίγο αργότερα το ίδιο έτος. Το 1991, κυκλοφόρησε από την Mosaic Records το “The Complete Capitol Recordings of the Nat King Cole Trio”, ένα 18-compact-disc άλμπουμ που αποτελείται από 349 κομμάτια. Το καλοκαίρι του 1991, η Natalie Cole και ο πατέρας της είχαν μαζί μια επιτυχία, με τίτλο “Unforgettable”, ένα ήδη ηχογραφημένο κομμάτι του, που κυκλοφόρησε σε μια νέα έκδοση ντουέτο, ως μέρος ενός άλμπουμ- αφιέρωμα στη μουσική του πατέρα της. Το τραγούδι και το άλμπουμ με το ίδιο όνομα κέρδισε επτά βραβεία Grammy το 1992.
Πέθανε, στις 15 Φεβρουαρίου 1965, σε ηλικία 45 χρόνων...


ΠΗΓΗ: http://www.tralala.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου